φωτεινῆς

φωτεινῆς
φωτεινός
shining
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • Αγίας Φωτεινής Παραλία — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ., 46 κάτ.) της Χίου. Βρίσκεται στα ανατολικά παράλια του νησιού και υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αγίου Μηνά …   Dictionary of Greek

  • Αγίων Φωτεινής και Ελισάβετ, μονή — Γυναικείο ησυχαστήριο στην Ύδρα. Εξαρτάται από τη μητρόπολη Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης …   Dictionary of Greek

  • Παραλία Αγίας Φωτεινής — Παράλιος οικισμός (υψόμ. 10 μ.) του νομού Xίου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Νεοχωρίου …   Dictionary of Greek

  • φωτομετρία — Κλάδος της οπτικής, που έχει ως αντικείμενο τη μέτρηση της ποσότητας φωτεινής ενέργειας που εκπέμπει μια πηγή ή δέχεται μια επιφάνεια. Στις φωτομετρικές μετρήσεις, οι οποίες εκτελούνται με οπτική σύγκριση της φωτεινότητας από διαφορετικές πηγές,… …   Dictionary of Greek

  • περίθλαση — Φυσικό φαινόμενο που οφείλεται στην απόκλιση ενός κύματος από την ευθύγραμμη διάδοση και παρατηρείται όταν το κύμα αυτό διέρχεται μέσω οπών ή προσκρούει σε εμπόδια, οι διαστάσεις των οποίων είναι της τάξης του μήκους του κύματος. Η π. συναντάται… …   Dictionary of Greek

  • κύτταρο, φωτοηλεκτρικό — Όργανο βασιζόμενο στην ιδιότητα που έχουν κάποια μέταλλα να εκπέμπουν ηλεκτρόνια (φωτοηλεκτρισμός), όταν δέχονται κατάλληλη ηλεκτρομαγνητική (φωτεινή) ακτινοβολία. Τα φ.κ. κενού αποτελούνται από μια γυάλινη αμπούλα, στην οποία έχει… …   Dictionary of Greek

  • δίοδος — Ηλεκτρονική συσκευή που παρουσιάζει υψηλότατη αντίσταση σε ηλεκτρικό ρεύμα που τη διασχίζει κατά μία φορά και αμελητέα αντίσταση σε ρεύμα που τη διασχίζει κατά την αντίθετη φορά. Είναι στοιχείο μονής κατεύθυνσης και η λειτουργία της είναι ανάλογη …   Dictionary of Greek

  • κινηματογράφος — Μέσο έκφρασης και παρουσίασης, το οποίο χρησιμοποιεί την τεχνική της αποτύπωσης ακίνητων εικόνων σε φιλμ και της προβολής τους σε οθόνη, μέσω τεχνικών διαδικασιών, οι οποίες δημιουργούν την ψευδαίσθηση της κίνησης. Τα κύριαφαινόμενα που συντελούν …   Dictionary of Greek

  • οπτική — Κλάδος της φυσικής, ο οποίος μελετά τα φωτεινά φαινόμενα, με σκοπό να ερευνήσει τη φύση τους και να περιγράψει τις εφαρμογές τους. Σήμερα είναι γενικά παραδεκτό ότι το φως συνίσταται από ηλεκτρομαγνητικές ακτινοβολίες μήκους κύματος μεταξύ 0,4… …   Dictionary of Greek

  • φωτεινός — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Γιος της Φωτεινής. Η μνήμη του τιμάται στις 26 Φεβρουαρίου. 2. Μαρτύρησε στην Απαμεία το 297, μαζί με τον πατέρα του Μαυρίκιο και πολλούς άλλους. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Δεκεμβρίου. 3. Πέθανε με …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”